Τρίτη 29 Ιουνίου 2010

1+1

Μαλάκα
δεν
το'χω




Ophelia was a bride of God
A novice Carmelite
In sister cells
The cloister bells tolled on her wedding night

Ophelia was the rebel girl
A blue stocking suffragette
Who remedied society between her cigarettes

And Ophelia was the sweetheart
To a nation overnight
Curvaceous thighs
Vivacious eyes
Love was at first sight
Love was at first sight...
Love...

Ophelia was a demigoddess
In pre-war Babylon
So statuesque
A silhouette
In black satin evening gowns

Ophelia was the mistress to
A Vegas gambling man
Signora Ophelia Maraschina
Mafia courtesan

Ophelia was the circus queen
The female cannonball
Projected through five flaming hoops
To wild and shocked applause
To wild and shocked applause

Ophelia was a tempest cyclone
A goddamn hurricane
Your common sense, your best defense
They wasted, and in vain

For Ophelia 'd know your every woe
And every pain you'd ever had
She'd sympathize and dry your eyes
Help you to forget...
And help you to forget

And help you to forget

Ophelia's mind went wandering
You'd wonder where she goes
Through secret doors down corridors
She'd wander there alone
All alone

"Es kostet mich keine kleine Krise die Verunreinigung und das
Suechtige aus meinem Leben auszuschliessen"

"compondo musica , en un estado de ecstases"

"Ce fut une enfance sans rire, sans larme"

"fuerza de vida , de vida"

"Mein Vater ist ein Architekt"

Παρασκευή 18 Ιουνίου 2010

Βασιλιάς

Περπατάς ατσούμπαλα στον Πειραιά, τα ρούχα σου είναι βρώμικα, τα μαλλιά σου είναι μια μεγάλη τζίβα και μυρίζεις άσχημα.
Δεν μυρίζεις δρόμος, ούτε ιδρώτα, μυρίζεις ταλαιπωρία, κούραση, απλυσιά, απογοήτευση και απόγνωση.
Φοράς 2 μπουφάν το ενα πάνω στο άλλο και σκέφτομαι πως μπορεί να αντέχεις με τέτοια ζέστη?
Υποθέτω πως δεν έχεις άλλα ρούχα κι έτσι τα φοράς όλα μαζί και τα κουβαλάς σαν θησαυρό γιατί θα ξανάρθουν κρύες μέρες. Και μετά τι θα σε κρατά ζεστό?
Τα παπούτσια σου είναι πολύ μεγάλα και περπατάς παράξενα.
Είσαι μικροσκοπικός. Τόσο αδύνατος.
Θεέ μου, πόσο μου θυμίζεις παιδί κι ας είσαι γύρω στα..δεν ξέρω, 30?
Στην αρχή έκανες νεύμα για φωτιά να ανάψεις το τσιγάρο που κρεμιόταν από τα χείλη σου. Δεν μίλησες, απλά έκανες νεύμα. Νόμιζα πως τα'χες χαμένα έτσι που κοιτούσες κάτω.
Σου προσφέραμε φωτιά κι ευγενικά προχώρησες παρακάτω, δεν ζήτησες τίποτ' άλλο.
Περπάτησα προς τη στάση μου και συ προχωρούσες μπροστά μου κουρασμένα. Εκατσες στο πεζούλι και έριξες το κεφάλι ανάμεσα στα χέρια. Διστακτικά και τρέμοντας άπλωσες το χέρι να ζητήσεις ελεημοσύνη αλλά κιχ δεν έβγαλες και το βλέμμα σου παρέμεινε καρφωμένο στα πόδια σου...

Ποιός ξέρει, ίσως είσαι κάπου, σε κάποια χώρα μαγική, βασιλιάς.
Ίσως οι υπήκοοι σου σου φέρνουν δίσκους με φαγητά, φρούτα, κρασί και βαμβακερά πανιά για τις πληγές σου.
Ίσως είσαι καλοκάγαθος βασιλιάς,μικρός πρίγκιπας και το βασίλειό σου είναι ο κόσμος όλος.

Ενα μπουκάλι νερό, ενα κρουασάν απ'το περίπτερο κι ενα ευρώ. Δεν είχα παραπάνω..
Μου έριξες ενα βλέμμα σαν να σου είχα χαρίσει πηγή δροσερού νερού ολόκληρη.
Κι ένιωσα αβοήθητη που δεν είχα πηγή αληθινή να σου δώσω να δροσιστείς και να πλυθείς.

Είσαι μικροσκοπικός. Τα ρούχα σου είναι σκισμένα,βρώμικα και μυρίζεις άσχημα.
Μα παραμένεις βασιλιάς, το ξέρω..
And I think to myself...